Tel: (0030) 210 6771540-541-542-543

Συχνές Ερωτήσεις

  • 1. Πότε θεωρείται ότι ένα ζευγάρι είναι υπογόνιμο;

    Ως υπογονιμότητα ορίζεται η αποτυχία επίτευξης σύλληψης για ένα ζευγάρι αναπαραγωγικής ηλικίας, μετά από ένα έτος (ή 6 μήνες αν πρόκειται για γυναίκα άνω των 35 ετών ή επιβαρυμένου ιστορικού) με φυσιολογικές, τακτικές, ελεύθερες σεξουαλικές επαφές.
    Με άλλα λόγια, όταν περάσει ένα έτος χωρίς η γυναίκα να έχει μείνει έγκυος, θα πρέπει το ζευγάρι να απευθυνθεί στον θεράποντα ιατρό του, ώστε να διαπιστωθεί ποια είναι η αιτία που δεν επιτυγχάνεται εγκυμοσύνη και στη συνέχεια να αντιμετωπιστεί.
    Πρέπει όλοι όμως, να είμαστε ευαισθητοποιημένοι και να μη λησμονούμε ότι ο παράγοντας ηλικία είναι ο πλέον κρίσιμος γιο τη γυναικεία γονιμότητα και ότι η εξατομικευμένη προσέγγιση κάθε ζευγαριού αποτελεί το χρυσό κλειδί που λύνει το πρόβλημα.
    Το πρόβλημα της υπογονιμότητας απασχολεί το ζευγάρι και όχι μεμονωμένα το άτομο από το οποίο πιθανόν να ξεκινά, γιατί η απόκτηση ενός παιδιού είναι βέβαιο ότι επηρεάζει τη ζωή και των δύο συντρόφων.

  • 2. Πόσο ασφαλείς είναι οι τεχνικές υποβοήθησης της αναπαραγωγής τόσο για τη γυναίκα όσο και για τα παιδιά που γεννιούνται;

    Το θέμα της ασφάλειας των τεχνικών υποβοήθησης της αναπαραγωγής τόσο για την ίδια την μητέρα όσο και από για το έμβρυο, έχει εκτενέστατα μελετηθεί και απασχολήσει το σύνολο του ιατρικού κόσμου που δραστηριοποιείται στον χώρο της υπογονιμότητας σε παγκόσμιο επίπεδο.
    Για το λόγο αυτό, όσο μπορώ να γνωρίζω, έχουν πραγματοποιηθεί πάρα πολλές μελέτες προκειμένου να πιστοποιηθεί η ασφάλεια των τεχνικών αυτών.
    Έως τώρα δεν έχει καταγραφεί ουσιαστικός κίνδυνος και επιβάρυνση της υγείας των υπογόνιμων γυναικών και των νεογνών μετά από προσπάθειες εξωσωματικής γονιμοποίησης ούτε στατιστικά εμφανίζεται κάποια απειλή από τις θεραπευτικές τεχνικές.
    Είναι ενδιαφέρον μάλιστα, να σημειωθεί ότι από το 1978, με τη γέννηση της Louise Brown , του πρώτου IVF μωρού, υπήρξε χρόνος ικανός ώστε να διερευνηθεί η ανάπτυξη αυτών των παιδιών. Μπορούμε λοιπόν να μιλάμε για τεχνικές και θεραπευτικές παρεμβάσεις που προσφέρουν το επιθυμητό αποτέλεσμα με ασφάλεια.
    Εξάλλου, αυτό έχει πια επιβεβαιωθεί στην πράξη: τα τελευταία 10 χρόνια, το 2-4% των παιδιών που γεννιούνται στις χώρες που υποστηρίζουν ενεργά την πρόσβαση των υπογόνιμων ζευγαριών στις σύγχρονες τεχνικές υποβοήθησης της αναπαραγωτής, προέρχονται από την εφαρμογή κάποιας τέτοιας μεθόδου.

  • 3. Πόσο συχνές πρέπει να είναι οι σεξουαλικές επαφές την περίοδο που γίνονται προσπάθειες για επίτευξη κύησης;

    Το σπέρμα μπορεί να επιβιώνει 48 με 72 ώρες στον κόλπο της γυναίκας. Ετσι μπορεί να γονιμοποιήσει ένα ωάριο οποιαδήποτε στιγμή κατά τη διάρκεια του χρονικού αυτού διαστήματος. Κατά συνέπεια η κατάλληλη συχνότητα σεξουαλικών επαφών είναι τουλάχιστον κάθε δύο μέρες κατά την περίοδο των γόνιμων ημερών του γενετικού κύκλου, δηλαδή 3 ημέρες πριν εως 3 ημέρες μετά την ωοθυλακιορρηξία. Εαν οι δύο σύντροφοι έχουν έντονη επιθυμία για συχνότερες επαφές, μπορούν ασφαλώς να ακολουθήσουν την ερωτική τους διάθεση.

  • 4. Τι εμποδίζει την ικανότητα του σπέρματος να γονιμοποιεί ένα ωάριο;

    Η ποιότητα και ποσότητα σπερματοζωαρίων στο τελικό σπερματικό υγρό μπορεί να επιδράσει στην ικανότητα του σπέρματος στο να γονιμοποιήσει επιτυχώς ένα ωάριο. Η κινητικότητα των σπερματοζωαρίων είναι επίσης ένας σημαντικός παράγοντας που συμβάλλει στην επιτυχή γονιμοποίηση. Έτσι, ακόμα και με μικρή περιεκτικότητα σπερματοζωαρίων, άντρες των οποίων τα σπερματοζωάρια εμφανίζουν μεγάλη κινητικότητα, μπορεί να είναι το ίδιο γόνιμοι με άλλους που έχουν φυσιολογική περιεκτικότητα και κινητικότητα.

  • 5. Για πόσο μεγάλο χρονικό διάστημα θα πρέπει να δίνεται αγωγή με clomiphene citrate;

    Η πλειοψηφία των γυναικών που ανταποκρίνονται στη θεραπεία με clomiphene citrate εμφανίζουν θετικά αποτελέσματα από τον πρώτο μήνα θεραπείας. Έτσι, τρεις ή τέσσερις κύκλοι θεραπείας με το σκεύασμα αυτό είναι αρκετοί για μία ολοκληρωμένη θεραπευτική προσέγγιση. Αν στο χρονικό αυτό διάστημα δεν έχει επιτευχθεί ωοθυλακιορρηξία, η θεραπεία με clomiphene citrate δεν κρίνεται σκόπιμο, ή ασφαλές, να συνεχιστεί. Σε μια τέτοια περίπτωση θα πρέπει να αναζητηθούν εναλλακτικές και αποδοτικότερες μέθοδοι θεραπείας.

  • 6. Όλες οι θεραπείες γονιμότητας περιλαμβάνουν πολύπλοκες παρεμβατικές διαδικασίες;

    Όχι. Πολλά υπογόνιμα ζευγάρια επιτυγχάνουν κύηση χρησιμοποιώντας απλές θεραπευτικές προσεγγίσεις. Ενα μικρό ποσοστό των ζευγαριών που αναζητούν θεραπεία υποβάλλεται τελικά σε εξειδικευμένες Τεχνικές Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής (ART). Οι περισσότερες από τις θεραπείες που ανήκουν στις τεχνικές ART, όπως η εξωσωματική γονιμοποίηση (IVF), δεν βρίσκονται πλέον στο ερευνητικό ή πειραματικό στάδιο αλλά αποτελούν θεραπείες άριστα τεκμηριωμένες με επιστημονικά δεδομένα και έτσι έχουν πλέον καθιερωθεί ως πρότυπες ιατρικές μέθοδοι θεραπείας.

  • 7. Ποια είναι τα ποσοστά επιτυχίας των θεραπειών γονιμότητας;

    Οι εξελίξεις στη φαρμακοθεραπεία, στη μικροχειρουργική και στις Τεχνικές Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής (ART) κάνουν πραγματικότητα τις ελπίδες όλο και περισσότερων ζευγαριών που αναζητούν την βοήθεια της επιστήμης στην προσπάθεια απόκτησης ενός παιδιού. Έτσι σήμερα, τα ποσοστά επιτυχίας στα υπογόνιμα ζευγάρια που ακολουθούν θεραπεία ART έχουν αυξηθεί σημαντικά. Μάλιστα, τα ποσοστά εγκυμοσύνης, μετά από έναν κύκλο ART, συχνά ξεπερνούν τα μηνιαία ποσοστά εγκυμοσύνης που έχουν τα περισσότερα ζευγάρια χωρίς κανένα πρόβλημα γονιμότητας. Τα ποσοστά επιτυχίας βεβαίως ποικίλλουν από ασθενή σε ασθενή ενώ επίσης διαφοροποιούνται ανάλογα με το αίτιο της υπογονιμότητας, το γενικότερο ιστορικό του ζευγαριού κ.λ.π..

  • 8. Οι τεχνικές ART θεωρούνται πειραματικές μέθοδοι;

    Όχι. Η Αμερικάνικη Εταιρία Αναπαραγωγικής Ιατρικής (ASRM) που αποτελεί τη μεγαλύτερη επιστημονική εταιρία ενδοκρινολόγων και βιολόγων ειδικών σε θέματα αναπαραγωγής των ΗΠΑ, επί μία δεκαετία και πλέον, έχει πιστοποιήσει ότι οι μέθοδοι IVF, GIFT, ICSI, δωρεά ωαρίων, κρυοσυντήρηση κ.λ.π. δεν είναι πειραματικές αλλά αποτελούν ενδεδειγμένη θεραπευτική προσέγγιση σε συγκεκριμένες κατηγορίες ζευγαριών.

    Ετσι τα ποσοστά επιτυχίας που προσφέρουν οι τεχνικές αυτές σε ζευγάρια με αδυναμία τεκνοποίησης αυξάνονται συνεχώς και σε πολλές περιπτώσεις υπερβαίνουν τα ποσοστά επιτυχίας των γόνιμων ζευγαριών.